Όταν το 1991 οι χώρες της Ευρώπης αποδέχθηκαν πως είναι τεχνολογικά εφικτή και με πολλούς τρόπους ωφέλιμη η παραγωγή βιολογικών προϊόντων, στην Ελλάδα ήταν λίγοι αυτοί που στήριζαν αυτήν την άποψη, που είχαν πιστέψει και είχαν δει στην πράξη τα οφέλη μιας γεωργίας φιλικότερης στο περιβάλλον και τον άνθρωπο. Μετά από 20 χρόνια, η βιολογική γεωργία και κτηνοτροφία είναι πλέον και στην Ελλάδα ώριμη, και έχει γίνει αποδεκτή από όλους ως σοβαρή πρόταση παραγωγής τροφίμων και άλλων γεωργικών προϊόντων. Και μπορεί πια να αξιολογηθεί αντικειμενικά.
Με βάση τις εμπειρίες όλων όσων η καθημερινότητά τους ακουμπάει με τον έναν ή τον άλλον τρόπο τα βιολογικά προϊόντα. Αλλά και με βάση τα αποτελέσματα χιλιάδων επιστημονικών ερευνών που έχουν γίνει παγκόσμια, σε όλα τα στάδια, από το χωράφι ως το πιάτο μας. Είναι κοινή πια η πεποίθηση πως τα βιολογικά προϊόντα είναι πολύ πιο κοντά στα παραδοσιακά, αγνά αγροτικά προϊόντα που παράγονταν παλιότερα. Ιδιαίτερα γιατί για να παραχθούν δεν χρησιμοποιούνται συνθετικά χημικά φυτοφάρμακα και λιπάσματα, γενετικά τροποποιημένοι οργανισμοί, ορμόνες, προληπτικά αντιβιοτικά, κλπ. Αλλά και γιατί παράγονται με τη συναίσθηση ότι η υγεία του ανθρώπου είναι αλληλένδετη αφενός με την ποιότητα της τροφής του και αφετέρου με την υγεία του φυσικού περιβάλλοντος.
Από αυτόν τον αιώνιο φυσικό βιολογικό κύκλο ξεκίνησε η βιολογική γεωργία και κτηνοτροφία, με σεβασμό και σε συνεργασία με το περιβάλλον και με ευθύνη απέναντι στον άνθρωπο, τα παιδιά του και τις γενιές που θα ‘ρθουν. Γι’ αυτό το λόγο, η παραγωγή και διακίνηση των βιολογικών προϊόντων είναι μια διαδικασία έντασης παρατήρησης, έντασης γνώσης και έντασης εκπαίδευσης. Κανένα τεχνολογικό επίτευγμα δεν απορρίπτεται εκ των προτέρων, όμως όλα αξιολογούνται στη βάση αυτού του σεβασμού προς τη φύση και τον άνθρωπο. Αυτή η επιμονή στην ολόπλευρη αξιολόγηση και την ορθολογική αξιοποίηση της επιστήμης, έχει αναδείξει την παραγωγή των βιολογικών προϊόντων σε σημαντικό παράγοντα υιοθέτησης φιλικών στο περιβάλλον καινοτομιών ή ριζικών βελτιώσεων παραδοσιακών μεθόδων.
Η χρήση παγίδων για επιβλαβή έντομα, η αξιοποίηση ωφέλιμων εντόμων και μικροοργανισμών για τη φυτοπροστασία, η κατάρτιση επιστημονικά τεκμηριωμένωνπρογραμμάτων εναλλαγής καλλιεργειών για την αξιοποίηση της αλληλοπάθειας των φυτών ή για τη διαχείριση του εδάφους και τη λίπανση, η διάσωση και αξιοποίηση εγκαταλελειμμένων ειδών κτηνοτροφικών φυτών, η χρήση προηγμένων τεχνολογιών φυσικής μετασυλλεκτικής διαχείρισης.
Αυτά είναι μόνο κάποια παραδείγματα μεθόδων που εφαρμόζονται πια και στη χώρα μας, και που η ευρύτερη αποδοχή τους οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη βιολογική γεωργία και κτηνοτροφία. Ορισμένα άλλα εργαλεία -όπως π.χ. τα πρόσθετα στα μεταποιημένα τρόφιμα και τα αντιβιοτικά στα ζώα- δεν απορρίπτονται συνολικά. Χρησιμοποιούνται όμως μόνο ορισμένα, περιορισμένα, μόνο όταν πράγματι χρειάζεται και υπό όρους που διασφαλίζουν την απαραίτητη ισορροπία ανάμεσα στην υγεία των φυτών και των ζώων, τη διατήρηση της οικολογικής ισορροπίας και την παραγωγή καθαρών και ασφαλών τροφίμων.
Όλοι αυτοί οι όροι που ρυθμίζουν τις γενικές αρχές, το τι απαγορεύεται αλλά και το τι επιτρέπεται και υπό ποιες προϋποθέσεις, είναι σαφείς και διάφανοι. Και αναφέρονται ρητά στον Κανονισμό παραγωγής των βιολογικών προϊόντων, που η βάση του στην Ε.Ε. έχει ισχύ Νόμου. Στον ίδιο αυτό Κανονισμό ορίζονται και οι βασικοί κανόνες των ελέγχων και της πιστοποίησης που απαιτείται σε κάθε βιολογικό προϊόν, έτσι ώστε να έχει ο καταναλωτής εμπιστοσύνη σε αυτό που αγοράζει.
Τελικά, μόνο τα προϊόντα που ελέγχθηκαν και πήραν πιστοποίηση ότι η παραγωγή τους είναι από την αρχή μέχρι το τέλος σύμφωνη με τον Κανονισμό, μπορούν να εμπορεύονται ως Βιολογικά Προϊόντα. Το ίδιο σύστημα ελέγχου και πιστοποίησης των βιολογικών προϊόντων εφαρμόζεται –με μικρές παραλλαγές- από όλα τα κράτη της Ε.Ε. Και είναι το πιο πλήρες και το πιο αυστηρό πλαίσιο ελέγχων που εφαρμόζεται σε γεωργικά προϊόντα. Κυρίως γιατί είναι το μοναδικό πλαίσιο ελέγχου γεωργικών προϊόντων που επιβάλει ετήσιο επιτόπιο έλεγχο, από εξωτερικό ελεγκτή, στον κάθε ένα μεμονωμένο παραγωγό ξεχωριστά.
Μάλιστα, υπόκεινται στον ίδιο έλεγχο όλοι όσοι διαχειρίζονται το προϊόν μέχρι αυτό να φτάσει στη συσκευασία του τελικού καταναλωτή (παραγωγός, μεταποιητής, έμπορος, κλπ), ενώ συμπληρωματικά το πλαίσιο απαιτεί να γίνεται ένας μεγάλος αριθμός στοχευμένων χημικών αναλύσεων. Επιπλέον, γίνονται και οι έλεγχοι που ούτως ή άλλως προβλέπονται για όλους τους εμπλεκόμενους στη διατροφική αλυσίδα.
Το αποτέλεσμα του συστήματος διασφάλισης των βιολογικών προϊόντων είναι σε γενικές γραμμές θετικά. Οι Έλληνες καταναλωτές έχουν πια αποκτήσει εμπιστοσύνη πως ταβιολογικά προϊόντα έχουν περάσει από μία συγκεκριμένη διαδρομή ποιότητας μέχρι να φτάσουν στην κατανάλωση. Η εμπιστοσύνη των καταναλωτών στα βιολογικά προϊόντα δικαιώνεται και από τις πολλές σχετικές έρευνες υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων που έχουν γίνει πια παγκόσμια και που δείχνουν ότι στα βιολογικά δεν χρησιμοποιούνται συνθετικά χημικά.
Αλλά και από άλλες, σποραδικές, έρευνες που μελετούσαν τη ζωτικότητα του ανδρικού σπέρματος, την παρουσία ορισμένων φυτοφαρμάκων στα παιδικά ούρα, καθώς και την παρουσία ορισμένων φυτοφαρμάκων στο μητρικό γάλα. Όλες αυτές οι έρευνες -οι οποίες δεν είναι βέβαια ακόμα αρκετές για να βγουν γενικά επιστημονικά συμπεράσματα- έδειξαν πως όσοι κατανάλωναν βιολογικά προϊόντα εμφάνισαν καλύτερη ποιότητα σπέρματος και πολύ λιγότερα φυτοφάρμακα να διέρχονται από τον οργανισμό τους. Σε ότι αφορά τανιτρικά που βρίσκονται στα λαχανικά, και τα οποία προέρχονται από τη λίπανση, έχει διαπιστωθεί πως τα βιολογικά λαχανικά περιέχουν ως και κατά 50% λιγότερα.
Ακόμα, στα βιολογικά κτηνοτροφικά προϊόντα, λόγω της αυστηρής χρήσης τωναντιβιοτικών, αναμένεται να ανιχνεύονται ως και κατά 90% λιγότερο, ακριβώς επειδή στηβιολογική κτηνοτροφία χρησιμοποιούνται με φειδώ και ποτέ προληπτικά. Θετική εικόνα για τα βιολογικά προϊόντα έχει αρχίσει να σχηματίζεται και από τις έρευνες που τα αξιολογούν όσον αφορά τα θρεπτικά στοιχεία που περιέχουν. Οι περισσότερες αξιόπιστες σχετικές έρευνες δείχνουν πως βιολογικά προϊόντα περιέχουν μεγαλύτερες ποσότητεςξηρής ουσίας, μεταλλικών ιχνοστοιχείων (μαγνήσιο, σίδηρος, κλπ), βιταμίνης C, κ.α.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον συγκεντρώνει το βιολογικό γάλα, αφού σημαντικές έρευνες έδειξαν ότι αυτό μπορεί να περιέχει περισσότερα Ω-3 λιπαρά οξέα και βιταμίνη Ε και να έχει καλύτερη αναλογία Ω3 : Ω6 λιπαρών οξέων. Μάλιστα, μία έρευνα σε μητέρες και παιδιά έως 2 ετών που τρέφονταν με βιολογικά γαλακτοκομικά, έδειξε πως τα παιδιά εμφάνισαν κατά 36% λιγότερα κρούσματα εκζέματος. Γεγονός που μπορεί να σχετίζεται με την παρουσία υψηλότερων ποσοτήτων CLA λιπαρών οξέων στο βιολογικό γάλα, καθώς και στο μητρικό γάλα των γυναικών που πίνουν τέτοιο.
Πέρα όμως από τα θέματα διατροφής και υγείας, οι πολλές στον αριθμό έρευνες που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια αποδεικνύουν ότι η βιολογική γεωργία και κτηνοτροφίαείναι όντως και περιβαλλοντικά υπεύθυνη, συνεισφέροντας στη διατήρηση τηςοικολογικής ισορροπίας της γης. Διατηρεί, με το σεβασμό που δείχνει στους κύκλους της φύσης, το πολύτιμο γεωργικό έδαφος σε ζωντανή κατάσταση και αντί να το καταστρέφει το«χτίζει» βελτιώνοντας τη δομή του με την προσθήκη οργανικής ουσίας (κοπριές, κομπόστ, κα). Με άμεσο αποτέλεσμα την καλύτερη συγκράτηση νερού, την καλύτερη αντιμετώπιση των ακραίων καιρικών φαινομένων (π.χ. ξηρασία), τη μικρότερη ρύπανση των νερών με νιτρικά, κλπ. Αλλά και με μακροπρόθεσμο αποτέλεσμα τη διασφάλιση ότι θα μπορούμε να έχουμε τρόφιμα και αγροτική φύση στο διηνεκές. Εξάλλου, υπάρχουν σημαντικές ερευνητικές αποδείξεις πως τα βιολογικά συστήματα υποστηρίζουν μεγαλύτερη ποικιλία ειδών άγριων φυτών, γεγονός που οφείλεται στη διαχείριση των βιολογικών αγροκτημάτων (π.χ. δε γίνεται χρήση ζιζανιοκτόνων και συνθετικών λιπασμάτων).
Στις βιολογικές εκμεταλλεύσεις λόγω της μη χρήσης φυτοφαρμάκων ευνοούνται οι πληθυσμοί των αρθρόποδων. Πεταλούδες, αράχνες, γεωσκώληκες και σκαθάρια είναι μεταξύ των ειδών που έχει δειχθεί πως υπάρχουν σε μεγαλύτερη ποικιλία και πληθυσμούς σε βιολογικά αγροκτήματα. Ορισμένα πουλιά που κάποτε ήταν κοινά στην αγροτική γη έχουν ευρεθεί να είναι πιο άφθονα σε βιολογικές εκμεταλλεύσεις.
Η βιολογική γεωργία έχει αποδειχθεί μάλιστα και ενεργειακά αποδοτικότερη. Ανά μονάδα παραγόμενου προϊόντος ή ανά στρέμμα καλλιεργούμενης γης χρησιμοποιεί από 10% ως και 70% λιγότερης ενέργειας. Μάλιστα, σε ένα από τα μακροβιότερα σχετικά πειράματα (24 χρόνια καλλιέργειας) η βιολογική καλλιέργεια καλαμποκιού και σόγιας αποδείχθηκε 28-32% ενεργειακά αποδοτικότερη, ενώ ταυτόχρονα δεν υπήρξε μείωση της σοδειάς. Αυτή η ενεργειακή αποδοτικότητα της βιολογικής γεωργίας – κτηνοτροφίας, μαζί με την προσθήκη οργανικής ουσίας και την προστασία του εδάφους από διάβρωση την καθιστούν μάλιστα και πολύ χρήσιμη στην προσπάθεια να μειωθεί το φαινόμενο του θερμοκηπίου και η ανθρωπογενής κλιματική αλλαγή.
Ακόμα, η πλήρης απαγόρευση της χρήσης των γενετικά τροποποιημένων οργανισμών(μικροβίων, φυτών και ζώων) στη βιολογική γεωργία και κτηνοτροφία εξασφαλίζει τη διαφύλαξη του περιβάλλοντος σε συνθήκες φυσικές, προλαμβάνοντας το ενδεχόμενο μιας διάχυτης «γενετικής ρύπανσης» τα πιθανά αποτελέσματα της οποίας κανείς δεν είναι σε θέση να γνωρίζει, πόσο μάλλον να αντιμετωπίσει. Και διασφαλίζοντας έτσι την αειφορία της γεωργίας, της υπαίθρου, της τροφής και της ανθρώπινης υγείας.
Με τα βιολογικά προϊόντα να αποδεικνύονται -πια και μέσα από επιστημονικές έρευνες- θρεπτικά, υγιεινά, ασφαλή και περιβαλλοντικά υπεύθυνα, η βιολογική γεωργία και κτηνοτροφία αναδεικνύεται και στην Ελλάδα ως μία επιλογή τεχνολογικά εφικτή και ταυτόχρονα κοινωνικά και οικολογικά υπεύθυνη. Που έχει τη δυνατότητα να προσφέρειποικιλία προϊόντων που μεταφέρουν την αίσθηση της φύσης στο τραπέζι μας.
Από τις νόστιμες πατάτες και τις αρωματικές ποικιλίες τομάτας. Ως τα βιολογικά αυγά από κότες που ζουν και βόσκουν σε φυσικές συνθήκες. Και ως τα διάφορα μεταποιημένα με ήπιους και παραδοσιακούς τρόπους προϊόντα –αφού στη βιολογική μεταποίηση επιτρέπονται μόνο ελάχιστα πρόσθετα- όπως γευστικά γιαούρτια και αρωματικά αρτοσκευάσματα. Όλα αυτά χωρίς χημικά φυτοφάρμακα και λιπάσματα, ορμόνες, γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς των οποίων οι συνέπειες είναι άγνωστες, κλπ.
Γράφει ο Μιχαήλ Αναστασιάδης, Γεωπόνος
Αναδημοσίευση του περιοδικού "Ευεξία & Διατροφή", τεύχος 51 Σεπτεμβρίου-Οκτωβρίου 2011 (σελ.26-28)